ζυθοπωλείο

ζυθοπωλείο
το
πρατήριο ζύθου, κατάστημα, κέντρο όπου προσφέρεται ζύθος, μπιραρία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ζυθοπώλης. Η λ. στον λόγιο τ. ζυθοπωλείον μαρτυρείται από το 1837 στον Βασίλ. Κιατίπη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ζυθοπωλείο — το μπιραρία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ζυτοπώλιον — ζυτοπώλιον, τό (Α) πάπ. το ζυθοπωλείο, κατάστημα όπου πωλείται ζύθος …   Dictionary of Greek

  • μπιραρία — η ζυθοπωλείο. [ΕΤΥΜΟΛ. < βεν. biraria] …   Dictionary of Greek

  • τοπωνύμιο — Oνομασία πόλης και γενικά οικισμού. Στα τελευταία χρόνια τ. λέγονται και οι ονομασίες συνοικιών ή τοποθεσιών. Στην Αθήνα, τα γνωστότερα τ. είναι: Αγγελοπούλου. Ονομάστηκε έτσι από την ιδιοκτησία της οικογένειας Αγγελόπουλων Αθανάτων, που ζούσε… …   Dictionary of Greek

  • Στην, Γιαν — (Stein). Ολλανδός ζωγράφος (1626 1679). Αν και οι πληροφορίες για τη ζωγραφική μόρφωσή του είναι λίγες, η υπόλοιπη ζωή του είναι αρκετά γνωστή. Ήταν γαμπρός του βαν Γκόγιεν και άσκησε την τέχνη του στο Ντελφτ, όπου διατηρούσε ζυθοπωλείο. Τα… …   Dictionary of Greek

  • καφεζυθεστιατόριο — το εστιατόριο και συνάμα ζυθοπωλείο και καφενείο: Τρώει στο καφεζυθεστιατόριο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μπιραρία — η (λ. βενετ.), μαγαζί που προσφέρει μπίρα, το ζυθοπωλείο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”